Κλειδήμου

Κλειδήμου
Κλείδημος
masc gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • πρωτογονία — ἡ, Α [πρωτόγονος] (ως τίτλος έργου τού ιστοριογράφου Κλειδήμου) Πρωτογονία η πρώτη γέννηση, ο πρώτος τοκετός …   Dictionary of Greek

  • Φανόδημος — Αρχαίος αττικός ατθιδογράφος. Ήταν μεταγενέστερος του Κλείδημου και οι σύγχρονοί του τον θεωρούσαν προσωπικότητα μεγάλου κύρους. Η Ατθίδα του αποτελείται από τουλάχιστον 9 βιβλία και ορισμένα αποσπάσματά της σώζονται ως σήμερα. Στο έργο του αυτό …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”